Είναι απίθανο να καταργηθεί η βουλευτική ασυλία – Ποιος πολιτικός θα το τολμήσει;

Ήρθαν οι πρώτες αντιδράσεις από την πρόταση του Πρωθυπουργού να καταργήσει το Άρθρο 86 του Συντάγματος αναφορικά με την άρση της βουλευτικής ασυλίας.
Γράφει ο δικηγόρος Παναγιώτης Μπαλακτάρης
Ο Καταστατικός Χάρτης της Ελλάδος, το Σύνταγμά μας, περιλαμβάνει διατάξεις που περιγράφουν και καθορίζουν τα βασικότερα ζητήματα για το Έθνος, το Κράτος και τους πολίτες.
Το Σύνταγμα προβλέπει το πλαίσιο εντός του οποίου λειτουργούν και αλληλεπιδρούν οι τρεις διακριτές εξουσίες: δικαστική, εκτελεστική και νομοθετική. Κατοχυρώνει τις ελευθερίες τους αλλά τους επιβάλλει και υποχρεώσεις. Οι υποχρεώσεις υπάρχουν προκειμένου να μη θίγεται το κύρος και η βαρύτητα των λειτουργιών. Ο αυστηρός περιορισμός των λειτουργών των εξουσιών τούς θωρακίζει θεσμικά και συγχρόνως ενισχύει την εμπιστοσύνη των πολιτών στις εξουσίες και τους φορείς τους.
Έτσι, σχηματικά βλέπουμε ότι, όταν ο ύποπτος ή κατηγορούμενος είναι εν ενεργεία ή πρώην (υφ)υπουργός, τότε έχουμε παρέκκλιση από την ποινική διαδικασία, καθώς την ποινική δίωξη την ασκεί η Βουλή και όχι ο Εισαγγελέας, η εκδίκαση γίνεται από το Ειδικό Δικαστήριο και όχι από τα τακτικά ποινικά δικαστήρια και τέλος, το αξιόποινο του αδικήματος δεν εξαλείφεται στην εικοσαετία ή εικοσιπενταετία (αναλόγως με το αν επαπειλείται πρόσκαιρη ή ισόβια κάθειρξη), αλλά πολύ συντομότερα. Η συνταγματική διάταξη που τυποποιεί την ποινική ευθύνη μελών της κυβερνήσεως και υφυπουργών είναι διατυπωμένη στο γνωστό άρθρο 86.
Εκεί ορίζεται ο τρόπος διενέργειας της ποινικής προδικασίας εις βάρος ενός εν ενεργεία ή πρώην μέλους της κυβερνήσεως. Απαραίτητη προϋπόθεση γι’ αυτήν είναι η προηγούμενη άδεια της Βουλής. Στο προαναφερθέν άρθρο ορίζεται και η συντομότατη παραγραφή, η οποία το ανώτερο αγγίζει τα έξι (6) έτη. Επιπροσθέτως, αν παραπεμφθεί ο κατηγορούμενος, προβλέπεται η εκδίκαση της υποθέσεως σε πρώτο και τελευταίο βαθμό από το ξεχωριστής συνθέσεως Ειδικό Δικαστήριο.
Οι διαφορές από την «ορθόδοξη» ποινική διαδικασία έχουν εισαχθεί επί τω λόγω της αυξημένης προστασίας όσων βρίσκονται υπό το έργον (=υπουργών), με τη σκέψη ότι αλλιώς, θα είναι εκτεθειμένοι σε άδικες και κακόβουλες καταγγελίες από τους πολιτικούς τους αντιπάλους ή ακόμη και από πολίτες. Ωστόσο, η αιτία που ώθησε τον νομοθέτη να προβλέψει εξαίρεση από την τυπική διαδικασία για όσους διετέλεσαν ή διατελούν (υφ)υπουργοί φαίνεται πως πλέον έχει καλυφθεί από την κατάχρηση της εξαιρέσεως.
Με κακώς εννοούμενη συναδελφική, πολιτική ή ιδεολογική αλληλεγγύη οι φορείς της νομοθετικής εξουσίας παρέχουν κατ’ ουσίαν ασυλία στους λειτουργούς της εκτελεστικής. Τοιουτοτρόπως, αδικήματα που πρέπει να διερευνηθούν δεν ερευνώνται, ενώ άλλες συμπεριφορές για τις οποίες δεν στοιχειοθετείται η ποινική υπόσταση κάποιου αδικήματος οδηγούνται με πολιτική μαεστρία προς εξέταση. Αποκλειστικός σκοπός στη μία περίπτωση το ακαταδίωκτο του ενός και στην άλλη η πολιτική εκδίκηση και εκλογική εξόντωση του άλλου. Θα μπορούσαμε βασίμως να διατυπώσουμε την άποψη, ότι η κατάχρηση του άρθρου 86 από τους πολιτικούς αναιρεί τον αρχικό σκοπό του νομοθέτη.
Παρ’ ό,τι θεσπίστηκε εξαιρετική διαδικασία για τα μέλη της κυβερνήσεως, για να μη διατρέχουν τον κίνδυνο της διώξεως επί μονίμου βάσεως και για να διατηρούν το κύρος τους έναντι των πολιτών, έχουν απολέσει πια αυτό το κύρος, διότι φροντίζουν – εκμεταλλευόμενοι την ποινική παρέκκλιση – να τίθενται στο απυρόβλητο…
Κακά τα ψέματα. Η θεσμική έκπτωση που βιώνουμε έχει πρωτίστως να κάνει με την έλλειψη αναζητήσεως ευθύνης από τους κυβερνήτες. Οι πολίτες νοιώθουν απροστάτευτοι και η εμπιστοσύνη τους, που είναι αναγκαία σε μια Δημοκρατία, φθίνει. Για τον λόγο αυτόν, μειώνεται η συμμετοχή τους στα κοινά και διευρύνεται το χάσμα μεταξύ των ιδίων και των αντιπροσώπων τους. Η Δημοκρατία, τότε, θυμίζει ζώο που του έχουν δέσει τα αντίθετα πόδια και αδυνατεί να βαδίσει.
Εάν δοκιμάσει να κάνει ένα βήμα θα πέσει. Ήδη, σήμερα η κυβέρνηση έχει ανοίξει τη συζήτηση για την πολυπόθητη συνταγματική αναθεώρηση. Οι ελπίδες είναι λίγες, διότι από όσα έχουν δημοσιοποιηθεί δεν είναι διατεθειμένη να κάνει μια σημαντική τομή. Να καταργήσει το άρθρο 86, τουλάχιστον με τη μορφή που έχει σήμερα. Αντ’ αυτού, φαίνεται ότι οι τροποποιήσεις θα αφορούν την επέκταση του χρόνου παραγραφής και τη διευκρίνιση της φράσης «κατά την άσκηση των καθηκόντων τους», η οποία επιδρά στην υπαγωγή ή μη μιας συμπεριφοράς στην ειδική διαδικασία. Όμως, αυτά είναι ημίμετρα που δεν πρόκειται να αποδώσουν. Βασικό ζητούμενο σε μια πολιτεία είναι να εμπιστεύονται οι κοινωνοί τη δικαστική εξουσία. Κι αυτό δεν μπορεί να συμβαίνει εάν οι κυβερνήτες δεν δίνουν πρώτοι το καλό παράδειγμα.
Είναι περιττή η εφαρμογή διαφορετικής διαδικασίας σε περιπτώσεις αδικημάτων των (υφ)υπουργών. Επιπλέον, έχει καταστεί βλαπτική. Για την κοινωνική ειρήνη, το δημόσιο συμφέρον, την ενότητα στην κοινωνία. Πρέπει απλώς να καταργηθεί. Ουδείς ικανότερος, άλλωστε, από τους δικαστικούς λειτουργούς για τη διάγνωση και τιμωρία αξιοποίνων συμπεριφορών.
Θα το τολμήσουν οι πολιτικοί;

Μπορεί επίσης να σας αρέσει Περισσότερα από τον συγγραφέα

Τα σχόλια είναι κλειστά.

Read previous post:
Απόστολος και Ευαγγέλιο, Κυριακή 15 Ιανουαρίου 2017
Ευαγγέλιον, Κατά Ματθαίο Κεφάλαιο ΚΗ'(28) 16-20

Ευαγγέλιον, Κατά Ματθαίο Κεφάλαιο ΚΗ'(28) 16-20 Ήχος πλ. β’ – Εωθινόν Α’

Close