Αναντιρρήτως ναι, και μάλιστα μεγάλη, γιατί φθείρει την περί Αγίας Τριάδος διδασκαλία.
Κατά την ορθόδοξη πίστη το Άγιον Πνεύμα εκπορεύεται εκ μόνου του Πατρός, που είναι η πηγή της θεότητας των δύο άλλων προσώπων του τριαδικού Θεού, και πέμπεται στον κόσμο διά του Υιού προς τελείωση του έργου της απολυτρώσεως.
Η διδασκαλία αυτή στηρίζεται στο κλασικό χωρίο της Γραφής Ιωάν. 15,26· «όταν δε έλθῃ ο Παράκλητος, ον εγώ πέμψω υμίν παρά του Πατρός, το Πνεύμα της Αληθείας, ο παρά του Πατρός εκπορεύεται…», όπου ο μεν ενεστώς «εκπορεύεται» σημαίνει την αΐδια πρόοδο του Πνεύματος παρά του Πατρός, ο δε μέλλων «πέμψω» την έγχρονη αποστολή του Πνεύματος από τον Υιό.
Αυτός είναι γενικά ο ορθόδοξος τύπος εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος. Η Παπική όμως «Εκκλησία» έχει άλλη αντίληψη. Διδάσκει ότι το Πνεύμα το Άγιο δεν εκπορεύεται εκ μόνου του Πατρός αλλά και εκ του Υιού (filioque). Τη διδασκαλία της αυτή στηρίζει σε χωρία της Γραφής (Ιωάν. 16,13.5 κ.α.) τα οποία ερμηνεύει με το δικό της τρόπο. Το filioque, η ιδέα του οποίου προέρχεται από τη θεολογία του Αυγουστίνου, η Παπική εκκλησία το προσέθεσε στο ιερό Σύμβολο της Πίστεως στην Ισπανία σε σύνοδο του Τολέδου το 589 (!!!), προφανώς για να στηρίξει την πίστη στη θεότητα του Λόγου, που πολεμούσε τότε λυσσωδώς ο Δυτικογοτθικός Αρειανισμός. Από την Ισπανία μεταφέρθηκε το filioque και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όχι βέβαια χωρίς αντίδραση. Το filioque, που δεν έχει πραγματικό έρεισμα στη Γραφή και τη διδασκαλία των αγίων Πατέρων, η Ορθόδοξη Εκκλησία το είδε σαν δεινή τριαδολογική αίρεση και το πολέμησε ισχυρά:
1) Γιατί καταργεί το αξίωμα του Πατρός ως πηγαίας θεότητας.
2) Καταλύει «το της μοναρχίας πολυύμνητον κράτος», εισάγοντας δύο αρχές στη θεότητα, τον Πατέρα και τον Υιό.
3) Επιφέρει σύγχυση των υποστατικών ιδιωμάτων των προσώπων, τα οποία (ιδιώματα) είναι αυστηρώς προσωπικά, αμετακίνητα και αμετάδοτα, ώστε να διερωτάται κανείς γιατί ο Πατήρ να μη γεννάται από τον Υιό και ο Υιός να εκπορεύεται από το Πνεύμα; κ.ο.κ.
4) Υποβαθμίζει το Πνεύμα έναντι του Υιού, υποβαθμίζοντας το θεοπρεπές του αξίωμα και θέτοντας σε κίνδυνο το αγιαστικό έργο του.
Το filioque που έγινε αιτία διασχίσεως των δύο Εκκλησιών επί Φωτίου (867) και Μιχαήλ Κηρουλαρίου (1054) δεν είναι «θεολογούμενον», μία δηλαδή αμφιλεγόμενη δογματική δοξασία, της οποίας η αθέτηση δεν έχει και τόσο μεγάλη σημασία. (για μας τους Ορθοδόξους αποτελεί κορυφαία στρέβλωση του δόγματος περί Αγίας Τριάδος) Τουναντίον, για την Παπική «Εκκλησία» είναι κορυφαίο δόγμα πίστεως, του οποίου η άρνηση στερεί τον άνθρωπο της σωτηρίας· για δε την Ορθόδοξη Εκκλησία είναι αθέτηση κορυφαίας στιγμής της περί Αγίας Τριάδος διδασκαλίας, της οποίας η αποδοχή καταδικάζει αιώνια τον άνθρωπο.
Τα σχόλια είναι κλειστά.