Στους περισσότερους άγνωστη αλλά ιδιαίτερη είναι η σχέση που έχει με τον Πόντο και τον ποντιακό ελληνισμό η Ιερά Μονή Αγίου Διονυσίου Αγίου Όρους.
Γι’ αυτό, άλλωστε και από πολλούς που αγαπούν και επισκέπτονται συχνά το μοναστήρι, ονομάζεται ως η Αγιορείτικη Μονή των Ποντίων.
Δεν θα μπορούσε να γίνει και διαφορετικά, αφού κτήτορας της μονής είναι ένας από τους αυτοκράτορες της Τραπεζούντας, ο Αλέξιος Γ΄ Μεγαλοκομνηνός, ο οποίος έδωσε χρήματα για να χτιστεί η μονή, με τον όρο να τυγχάνουν ιδιαίτερης περιποίησης άτομα από τον Πόντο που θα επισκέπτονται στο πέρασμα των χρόνων το μοναστήρι.
Σημείο στο εσωτερικό του ναού με αγιογραφίες
Τη δέσμευση κράτησαν στο ακέραιο οι μοναχοί, με την παράδοση να συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Μάλιστα, σε παρεκκλήσι της μονής οι επισκέπτες μπορούν να δουν και να προσκυνήσουν ζωγραφισμένες τις μορφές Αγίων από τον Πόντο.
Εξάλλου, στο μοναστήρι έχουν μονάσει πολλά άτομα που γεννήθηκαν στον Πόντο, αλλά και με καταγωγή από αυτόν, ανάμεσα στους οποίους περιλαμβάνονται και σημαντικές μορφές, με πολύ μεγάλη προσφορά στον ποντιακό ελληνισμό ακόμα και μέχρι πριν από λίγα χρόνια.
«Από την ίδρυση του μοναστηριού και μέχρι σήμερα δεν έχουμε παύσει ποτέ να τηρούμε τη δέσμευσή μας και να μνημονεύουμε τον αυτοκράτορα Τραπεζούντας Αλέξιο Γ΄ Κομνηνό, ο οποίος είναι ο κτήτορας του ιερού ησυχαστηρίου μας, καθώς επίσης τη σύζυγό του, τους προγόνους του αλλά και τους απογόνους του. Η ιερά μονή μας θεωρείται ως το μοναστήρι των Κομνηνών», λέει στο pontosnews.gr ο πατέρας Συμεών, ο οποίος εκτελεί χρέη βιβλιοθηκαρίου στην Ιερά Μονή Αγίου Διονυσίου Αγίου Όρους.
Οι χορηγίες του Αλέξιου Γ΄ Μεγαλοκομνηνού και το χρυσόβουλο
Σε έναν όμορφο κόλπο, στη νοτιοδυτική ακτή της χερσονήσου του Άθω, δίπλα στη θάλασσα και πάνω σε έναν εγκάρσιο και απόκρημνο βράχο, δεσπόζει η σχετικά μικρή για τα αγιορείτικα δεδομένα, αλλά όμορφη Ιερά Μονή Αγίου Διονυσίου. Εντυπωσιακά είναι τα ξύλινα μπαλκόνια της, που μοιάζουν να κρέμονται σε ύψος 80 μέτρων πάνω από τη θάλασσα σε μεγάλο ύψος, αλλά και ο επιβλητικός της πύργος.
Ιεραρχικά κατέχει την πέμπτη θέση στον κατάλογο των μονών του Αγίου Όρους.
Όπως αναφέρει ο πατέρας Συμεών, στα 1360 ο μοναχός Διονύσιος, ο οποίος καταγόταν από την Κορησό Καστοριάς και τότε ανήκε στο δυναμικό της Ιεράς Μονής Φιλοθέου, έχτισε στο σημείο κάποια κελιά. Οραματιζόταν να τα επεκτείνει και να τα μετατρέψει σε μοναστήρι, ωστόσο, δεν είχε τους οικονομικούς πόρους που απαιτούνταν γι’ αυτό το εγχείρημα.
Λίγα χρόνια αργότερα, το 1368, ο αδελφός του μοναχού Διονυσίου, Θεοδόσιος, ανακηρύχθηκε μητροπολίτης Τραπεζούντας. Έχοντας αυτήν τη δυνατότητα ο Διονύσιος πήγε στην πρωτεύουσα του Πόντου και με τη μεσιτεία του αδελφού του κατάφερε να συναντήσει τον αυτοκράτορα Τραπεζούντας, Αλέξιο Γ΄ Μεγαλοκομνηνό, από τον οποίο ζήτησε οικονομική βοήθεια, για να επεκτείνει τα κελιά, να τα κάνει πιο οχυρωμένα και ουσιαστικά να τα μετατρέψει σε μοναστήρι.
Η συνάντηση ήταν πολύ θερμή και ο αυτοκράτορας δεν αρνήθηκε να βοηθήσει και για το λόγο αυτό θεωρείται κτήτορας της Ιεράς Μονής Αγίου Διονυσίου Αγίου Όρους. Μετά τη συνάντηση ο Αλέξιος Γ΄ Μεγαλοκομνηνός εξέδωσε χρυσόβουλο, στο οποίος περιγράφεται όλη η διαδικασία. Περιγράφεται η παρουσία του Διονυσίου στην Τραπεζούντα, η συνάντησή του με τον αυτοκράτορα, τι ειπώθηκε μεταξύ των δύο αντρών, το ύψος της οικονομικής χορηγίας και άλλα. Μάλιστα, η οικονομική βοήθεια προς το μοναστήρι συνεχίστηκε και από τους απογόνους του Αλέξιου Γ΄, έως τον τελευταίο αυτοκράτορα Τραπεζούντας Δαυίδ Μεγαλοκομνηνού, ο οποίος παραχώρησε στη μονή το μετόχι «Ορφάνι», στον Στρυμωνικό Κόλπο.
Παράλληλα, κατά τη συνάντηση ο αυτοκράτορας ζήτησε ως ανταπόδοση, κάτι που περιλαμβάνεται και στο χρυσόβουλο, να μνημονεύεται από τη μονή το όνομά του, αυτό της συζύγου του, καθώς και οι πρόγονοι και οι απόγονοί του. «Στο τέλος του κειμένου του χρυσόβουλου σημειώνεται ακόμα ότι όσοι προέρχονται από τον Πόντο και επισκέπτονται τη μονή μας, θα πρέπει να τους περιποιηθούμε. Επίσης, όσοι Έλληνες ποντιακής καταγωγής έχουν πάρει την απόφαση να μονάσουν εδώ, να μην τους το αρνηθούμε. Μπορούμε να πούμε, κατά κάποιον τρόπο, ότι οι ποντιακής καταγωγής Έλληνες έχουν τον πρώτο λόγο στο μοναστήρι μας», τονίζει στο pontosnews ο πατέρας Συμεών.
Το χρυσόβουλο του αυτοκράτορα Αλέξιου Γ΄ Μεγαλοκομνηνού εκδόθηκε το 1374 και είναι μήκους τριών μέτρων.
Στο τέλος του υπάρχει ζωγραφισμένη μία όμορφη εικόνα, στην οποία απεικονίζεται ο Αλέξιος Γ΄ Μεγαλοκομνηνός, με τη σύζυγό του και ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, που θεωρείται προστάτης της Ιεράς Μονής Αγίου Διονυσίου Αγίου Όρους.
Η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας του Ακαθίστου
Ο αυτοκράτορας έκανε και δώρο δύο εικόνες στο μοναστήρι. Στην πρώτη απεικονίζεται ο ίδιος και ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, ενώ στη δεύτερη η Παναγία του Ακαθίστου. Πρόκειται για θαυματουργή εικόνα, μία από τις πιο παλαιές χρονολογικά εικόνες της Παναγίας στην ορθόδοξη πίστη και η αρχαιότερη στο Άγιον Όρος. Είναι έργο του Ευαγγελιστή Λουκά και λιτανεύθηκε από τον πατριάρχη Σέργιο το 626 κατά την πολιορκία της Κωνσταντινούπολης από τους Αβάρους.
Είναι κατασκευασμένη από κηρομαστίχα και κατά καιρούς ανέβλυσε μύρο. Για το λόγο αυτό τα χαρακτηριστικά της παραμένουν δυσδιάκριτα. Στο πίσω μέρος της, σε αργυρή πλάκα, απεικονίζεται ο Αυτοκράτορας Αλέξιος Γ΄ Μεγαλοκομνηνός να δίνει την εικόνα στον Όσιο Διονύσιο, τον κτήτορα της Μονής κατά την συνάντησή τους στην Τραπεζούντα το 1374.
Η εικόνα της Παναγίας του Ακαθίστου βρίσκεται μέσα σε παρεκκλήσι του ναού της μονής και, όπως λέει ο πατέρας Συμεών, καθημερινά γίνονται Λειτουργίες σε αυτό.
Στο μοναστήρι υπάρχει εικόνα του Αγίου Ευγενίου Πολιούχου της Τραπεζούντας, καθώς και εικόνες των μαρτύρων Ουαλεριανού, Ακύλα και Κάνδιδου. Όλοι τους, όταν ξέσπασαν οι διωγμοί, κρύβονταν και προσεύχονταν στα όρη της Τραπεζούντας και μαρτύρησαν στα χρόνια του Διοκλητιανού και του Μαξιμιανού, στα τέλη του 3ου αιώνα μετά Χριστόν.
Περγαμηνός κώδικας (Τετραευάγγελο) του 1333, από εργαστήριο της Κωνσταντινούπολης, το οποίο αρχικώς δημοσιεύθηκε το 1895 από τον Σπυρίδωνα Λάμπρο στο Gatalogue of the Greek Manuscripts on Mount Athos
Ο Πόντιος λόγιος πατέρας Ευθύμιος
Πολλά άτομα από τον Πόντο αλλά και άτομα ποντιακής καταγωγής έχουν επιλέξει την Ιερά Μονή Αγίου Διονυσίου, για να απαρνηθούν τα εγκόσμια και να αφιερωθούν στο Θεό. Ανάμεσά τους υπάρχουν και αξιοσέβαστες προσωπικότητες, που έχουν αφήσει το δικό τους στίγμα στον ποντιακό ελληνισμό.
Ένας από αυτούς, όπως λέει ο πατέρας Συμεών, είναι ο επί πολλά χρόνια βιβλιοθηκάριος του μοναστηριού, πατέρας Ευθύμιος, ο οποίος κοιμήθηκε τη δεκαετία του ’60.
Θεωρούνταν ένας εξαιρετικός λόγιος και ήταν ιδιαίτερα δυνατός πνευματικά. Μάλιστα, ο πατέρας Ευθύμιος είχε ιδιαίτερη σχέση με την Ιερά Μονή Παναγίας Σουμελά του Βερμίου, αφού ήταν από αυτούς που βοήθησαν στην ανέγερση του ιερού προσκυνήματος του ποντιακού ελληνισμού.
Στις αρχές του 20ου αιώνα η περίοδος ακμής
Μεγάλη ακμή γνώρισε η Ιερά Μονή Αγίου Διονυσίου στις αρχές του 20ου αιώνα, όταν έφτασε να έχει στο δυναμικό της εκατό μοναχούς. Επειδή δεν είναι μεγάλη σε εμβαδόν και δεν μπορούσαν να μένουν άλλοι στα κελιά της, κάποιοι προσέφεραν διακονήματα και στήριζαν πιστούς σε μετόχια της μονής ανά την Ελλάδα, όπως στη Θεσσαλονίκη, την Καβάλα, αλλά και σε εκτός χερσονήσου του Άθω περιοχές της Χαλκιδικής.
Σήμερα η μονή διαθέτει 35 μοναχούς. Εντός των ορίων της διαθέτει εκτάσεις με αμπέλια και ελιές, από την αξιοποίηση των οποίων συντηρείται. Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Αγίου Διονυσίου είναι από το 1989 ο Αρχιμανδρίτης Γέρων Πέτρος, ο οποίος είναι κυπριακής καταγωγής.
Ένα από τα λαμπρότερα τέκνα της Ιεράς Μονής Αγίου Διονυσίου είναι ο Άγιος Νήφων. Ασκήτευσε στη μονή και αργότερα διετέλεσε Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης και Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως. Στο τέλος της ζωής του επέστρεψε στο μοναστήρι του Αγίου Διονυσίου, το οποίο καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του δεν έπαψε ποτέ να βοηθάει.xeri agiou ioannis prodromou
Το σημαντικότερο ιερό λείψανο που φυλάσσεται στην Ιερά Μονή Αγίου Διονυσίου, είναι το δεξί χέρι του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, καθώς και τμήμα της Τιμίας Κεφαλής του. Στη μονή φυλάσσονται ακόμα, μεταξύ άλλων, τεμάχιο της χλαμύδας του Ιησού και της Αγίας Εσθήτος της Θεοτόκου.
Τέλος, να σημειωθεί ότι η βιβλιοθήκη των χειρογράφων της μονής είναι από τις σημαντικότερες του Αγίου Όρους. Περιλαμβάνει 148 περγαμηνά χειρόγραφα από τον 8ο έως τον 14ο αιώνα, 27 ειλητάρια και συνολικά 1.100 χειρόγραφα.
Ρωμανός Κοντογιαννίδης
Επιμέλεια: Πόπη Παπαγεωργίου/pontosnews.gr