Αποβίβασα στο νοσοκομείο Παίδων. Και, πριν ξεκινήσω, βλέπω μια κυρία να τρέχει προς εμένα.
Την περιμένω! Μπαίνει κλαμένη. Αφού μου λέει τον προορισμό της, τη ρωτώ γιατί κλαίει.
-Αχ, κοπέλα μου! Το παιδί μου είναι βαριά άρρωστο.
-Το έχετε εδώ, στο Παίδων;
-Εδώ το έχω.
-Μην κλαίτε, κυρία μου, ο Θεός είναι μεγάλος. Θα κάνει καλά το παιδί σας.
-Αχ! Οι ελπίδες μου είναι σ” Εκείνον! Έταξα στην Παναγιά να μου το κάνει καλά και θα της το πάω χρυσό!
Τι ήθελε και μου το είπε τώρα αυτό; Και με τον τρόπο που το είπε, μου άναψε τα αίματα. Ήταν σαν να έκανε εμπορική συναλλαγή με την Παναγία! Ωστόσο, κρατάω την υπομονή μου και γίνομαι όσο πιο γλυκιά μπορώ.
-Καλή μου κυρία, πήγαινε σε μία Εκκλησία, γονάτισε μπροστά στην Παναγιά μας και παρακάλεσε την να σε λυπηθεί και να κάνει καλά το παιδί σου. Και αντί να της το πας χρυσό, να της υποσχεθείς πώς θα νηστεύεις το κρέας κάθε Παρασκευή ή και Τετάρτη ή κάθε Μεγάλη Εβδομάδα να φοράς μαύρα, για να συμμετέχεις και εσύ στον πόνο της. Θυσιάζοντας κάτι από εσένα δεν θα Την ξεχάσεις ποτέ.
Εδώ έκανε σαν να της έβαλα μαχαίρι στην καρδιά. Ακούστε απάντηση:
-Τι λες, μωρή ταξιτζού; Αν είναι να νηστεύω ή να φορέσω μαύρα, ας το πάρει!
-Πολύ σωστά, κυρία μου, τότε γιατί κλαίτε; για να σας λυπηθώ;
Η κυρία θύμωσε- μου ζήτησε να σταματήσω, για να κατέβει. Εγώ δεν της απάντησα. Απλά έκανα, όπως μου είπε. Η κυρία κατέβηκε βρίζοντας με και χτυπώντας δυνατά την πόρτα.
Αυτή η μάνα λατρεύει το παιδί της!
Από το βιβλίο: «Ταξιδεύοντας στα τείχη της πόλης», της Μακαριστής μοναχής Πορφυρίας.
ΑΘΗΝΑ 2010
Κεντρική διάθεση Νεκτάριος Δ. Παναγόπουλος.
Τα σχόλια είναι κλειστά.