Πριν την εξομολόγηση

Νοερά ἐξομολόγηση
Ἀφοῦ ἐξετάσουμε τόν ἑαυτό μας καί σημειώσουμε τίς ἁμαρτίες μας, ἄς προσπαθήσουμε νά τίς συναισθανθοῦμε. Ἄς προσπαθήσουμε νά πονέσουμε καρδιακά διότι καταφρονήσαμε τίς Θεῖες Ἐντολές τοῦ Πολυέλεου Κυρίου μας. Ἄς συντρίψουμε τήν καρδία μας μέ τό κατά Θεόν πένθος, πού ὁδηγεῖ στήν ἀληθινή διόρθωση καί μετάνοια. Κατόπιν ἄς ἐξομολογηθοῦμε ὅλες αὐτές μας τίς ἁμαρτίες νοερά στόν Κύριο. Ἄς προσευχηθοῦμε μέ συντριβή, μετάνοια, ἀπόφαση γιά ὁλοκληρωτική ἀπομάκρυνση ἀπό ὅλες τίς κακίες καθώς καί ἀπό τίς αἰτίες αὐτῶν τῶν ἁμαρτιῶν καί παθῶν. Ἄς δακρύσουμε…καί ἔτσι ἄς ζητήσουμε τό ἔλεος καί τήν συγχώρηση γι’ αὐτές.

 

 

 

 

Ἄς Τόν παρακαλέσουμε νά μᾶς βοηθήσει ὥστε νά μήν τίς ἐπαναλάβουμε, ἀλλά ἀντίθετα νά πράξουμε τίς ἀντίθετες μέ αὐτές ἀρετές.
Ὡς βοήθημα καί πρότυπο νοερᾶς ἐξομολόγησης παραθέτουμε ἕνα κείμενο τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κροστάνδης μέ τίτλο: Στοχασμοί γιά ἐκείνους πού ἑτοιμάζονται νά σταθοῦν ἐνώπιον τοῦ Δημιουργοῦ καί τῆς κοινότητας τῆς Ἐκκλησίας στό φοβερό μυστήριο τῆς ἱερῆς ἐξομολόγησης, ἔτσι ὥστε νά λάβουν τήν ἀνακαίνιση ἑνός δεύτερου βαπτίσματος.

 

 

 

Τό κείμενο-νοερά ἐξομολόγηση τοῦ Ἁγίου ἔχει ὡς ἑξῆς:
«Ἐγώ, μία ἁμαρτωλή ψυχή, ἐξομολογοῦμαι στόν Κύριο, Θεό καί Σωτήρα μας Ἰησοῦ Χριστό, ὅλες τίς μοχθηρές πράξεις πού ἔχω διαπράξει διά ἔργου, λόγου ἤ σκέψεων ἀπό τήν στιγμή τῆς βάπτισής μου μέχρι καί τήν παροῦσα ἡμέρα.
Δέν ἔχω τηρήσει τίς ὑποσχέσεις τοῦ βαπτίσματός μου, ἀλλά ἔχω καταντήσει τόν ἑαυτό μου ἀνεπιθύμητο ἐνώπιον τοῦ προσώπου τοῦ Θεοῦ μου.

 

 

 

Ἔχω ἁμαρτήσει ἐνώπιον τοῦ Κυρίου μέ τήν ἔλλειψη πίστης πού μέ διακρίνει καί μέ τίς ἀμφιβολίες μου σχετικά μέ τήν Ὀρθόδοξη Πίστη καί τήν Ἁγία Ἐκκλησία μας· μέ τήν ἀχαριστία μου ἀπέναντι σέ ὅλες τίς μεγάλες καί ἀκατάπαυστες δωρεές τοῦ Θεοῦ καί ἀπέναντι στήν μακροθυμία Του καί τήν πρόνοιά Του γιά ἐμένα, ἕναν ἁμαρτωλό· μέ τήν ἔλλειψη ἀγάπης πρός τόν Θεό, ἀλλά καί φόβου τοῦ Θεοῦ, κάτι πού διαφαίνεται ἀπό τήν μή τήρηση τῶν ἁγίων ἐντολῶν Του καί τῶν κανόνων τῆς Ἐκκλησίας.

 

 

 

 

Δέν ἔχω διατηρήσει τήν ἀγάπη στόν Θεό καί στόν πλησίον μου, οὔτε ὅμως ἔχω κάνει ἀρκετές προσπάθειες γι’ αὐτό, ἐξαιτίας τῆς ὀκνηρίας μου καί λόγῳ τῆς ἀδιαφορίας μου, νά μάθω τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί τίς ἐπιταγές τῶν Ἁγίων Πατέρων. Ἔχω ἁμαρτήσει, διότι δέν προσεύχομαι τό πρωί καί τό βράδυ ἀλλά καί κατά τήν διάρκεια τῆς ἡμέρας· διότι δέν συμμετέχω στίς Θεῖες λειτουργίες ἤ διότι προσέρχομαι στήν Ἐκκλησία μέ μισή μόνο καρδιά.

 

 

 

 

Ἔχω ἁμαρτήσει μέ τήν κατάκριση κληρικῶν.
Ἔχω ἁμαρτήσει διότι δέν σέβομαι τίς ἑορτές τῆς Ἐκκλησίας, διότι δέν τηρῶ τίς νηστεῖες, ἀλλά καί μέσα ἀπό τήν ἄμετρη κατανάλωση φαγητῶν καί ποτῶν.
Ἔχω ἁμαρτήσει μέ τήν αὐτοπεποίθησή μου, μέ τήν παρακοή μου, μέ τήν ἰσχυρογνωμοσύνη μου, μέ τήν αὐτοδικαίωσή μου, ἀλλά καί μέ τήν ἀναζήτηση ἀποδοχῆς καί ἐπαίνων γιά τίς πράξεις μου.

 

 

 

 

Ἔχω ἁμαρτήσει μέ τήν ἔλλειψη πίστης πού μέ διακρίνει, μέ τίς ἀμφιβολίες μου, μέ τήν ἀπελπισία μου, μέ τήν δειλία μου, μέ τίς ὑβριστικές σκέψεις μου, μέ τήν βλασφημία καί τούς ὅρκους μου.
Ἔχω ἁμαρτήσει μέ τήν ὑπερηφάνειά μου, μέ τήν μεγάλη ἰδέα πού ἔχω γιά τόν ἑαυτό μου, μέ τόν ναρκισσισμό, τήν ματαιοδοξία, τήν ἀλαζονεία καί μέ τόν φθόνο μου, μέ τήν ἀγάπη τῶν ἐπαίνων καί τῶν τιμῶν, ἀλλά καί μέ τό ὅτι ζητῶ νά φαίνομαι ἀνώτερος ἀπ’ ὅ,τι πραγματικά εἶμαι.

 

 

 

 

Ἔχω ἁμαρτήσει μέ τήν κατάκριση, τήν κακεντρεχή καταλαλιά, τόν θυμό μου, μέ τό ὅτι θυμᾶμαι τίς προσβολές πού μοῦ ἔχουν γίνει, μέ τό μῖσος καί τήν ἀνταπόδοση κακοῦ ἀντί κακοῦ· μέ τίς προκαταλήψεις μου, τίς λογομαχίες, τό πεῖσμα μου καί τήν ἀπροθυμία νά ἀφήσω «χῶρο» στόν πλησίον μου· μέ τήν χαιρεκακία, τήν κακία, τόν σαρκασμό, τίς προσβολές καί τίς κοροϊδίες· μέ τό κουτσομπολιό, μέ τό ὅτι μιλῶ πάρα πολύ καί μέ τήν κενολογία μου.

 

 

 

Ἔχω ἁμαρτήσει μέ τό ἀταίριαστο καί ἐκτεταμένο γέλιο μου, μέ τίς ἀπρέπειές μου καί τήν ἐμμονή μου στίς προηγούμενες ἁμαρτίες μου, μέ τήν ὑπεροπτική συμπεριφορά μου, τήν θρασύτητα καί τήν ἔλλειψη σεβασμοῦ.

 

 

Ἔχω ἁμαρτήσει διότι δέν ἐλέγχω τά φυσικά καί πνευματικά πάθη μου, διότι ἀπολαμβάνω τίς ἀκάθαρτες σκέψεις μου, μέ τήν ἀκολασία μου καί τήν ἔλλειψη ἁγνότητας στούς λογισμούς, στούς λόγους καί στίς πράξεις μου.

 

 

Ἔχω ἁμαρτήσει μέ τήν ἔλλειψη ὑπομονῆς γιά τίς ἀρρώστιες καί τίς θλίψεις μου, μέ τήν ἀφοσίωσή μου στίς ἀνέσεις τῆς ζωῆς καί μέ τό ὅτι εἶμαι τόσο προσκολλημένος στούς γονεῖς, στά παιδιά, στούς συγγενεῖς καί στούς φίλους μου.
Ἔχω ἁμαρτήσει διότι σκλήρυνα τήν καρδιά μου, διότι ἔχω ἀσθενή θέληση καί διότι δέν παρακινῶ τόν ἑαυτό μου νά κάνει τό καλό.

 

 

 

Ἔχω ἁμαρτήσει μέ τήν φιλαργυρία μου, τήν ἀγάπη μου γιά χρήματα καί γιά τήν ἀπόκτηση περιττῶν πραγμάτων ἀλλά καί μέ τήν ὑπερβολική μου προσκόλληση σέ πράγματα.
Ἔχω ἁμαρτήσει μέ τήν δικαίωση τοῦ ἑαυτοῦ μου, μέ τήν ἀδιαφορία γιά τίς ὀχλήσεις τῆς συνείδησής μου, ἀλλά καί διότι ἀπέτυχα νά ἐξομολογηθῶ τίς ἁμαρτίες μου λόγῳ ἀμέλειας ἤ ἐξαιτίας τῆς ὑπερηφάνειάς μου.

 

 

 

 

Ἔχω ἁμαρτήσει πολλές φορές κατά τήν ἐξομολόγησή μου μέ τό νά παρουσιάζω τίς ἁμαρτίες μου ὡς μικρότερες ἀπ’ ὅ,τι εἶναι, μέ τήν δικαιολογία καί τήν ἀπόκρυψη ἁμαρτιῶν μου.
Ἔχω ἁμαρτήσει στό ἁγιότατο καί ζωοπάροχο Μυστήριο τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματός Σου, μέ τό νά προσέρχομαι στήν Θεία Κοινωνία χωρίς ταπείνωση ἤ χωρίς φόβο Θεοῦ.

 

Ἔχω πράγματι ἁμαρτήσει, μέ λόγια καί μέ σκέψεις, ἐν γνώσει καί ἐν ἀγνοίᾳ, ἠθελημένα καί ἀθέλητα, μέ τίς σκέψεις καί μέ τήν ἀπερισκεψία μου, καί εἶναι ἀδύνατο νά καταμετρηθοῦν ὅλες οἱ ἁμαρτίες μου ἐξαιτίας τοῦ πλήθους τους. Ἀλλά εἰλικρινά μετανοῶ γι’ αὐτές καί γιά ὅλες, ὅσες δέν ἀνέφερα ἐξαιτίας τῆς λησμοσύνης μου καί παρακαλῶ νά μοῦ συγχωρεθοῦν ἀπό τό ἀμέτρητο ἔλεός Σου».
Προσευχή.

 

 

 

 

Εἴθε ὁ Παντοδύναμος Θεός διά τοῦ Ἁγίου Του Πνεύματος νά ἐμπνεύσει τήν εἰλικρινή μετάνοια στίς καρδιές ὅλων μας, ἔτσι ὥστε νά γνωρίσουμε τίς ἐντολές Του, νά ἀντιμετωπίσουμε πραγματικά τίς ἁμαρτίες μας καί νά τίς ἐξομολογηθοῦμε ταπεινά σ’ Ἐκεῖνον, τόσο κατά τίς κατ’ ἰδίαν προσευχές μας ὅσο καί στό μυστήριο τῆς ἐξομολόγησης, οὕτως ὥστε νά φύγει τό φορτίο μας, νά ἀνακουφιστοῦμε καί νά ἀπελευθερωθοῦμε ἀπό τήν ἐνοχή μας καί νά ἑνωθοῦμε ξανά μέ τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τήν Ἐκκλησία.

 

 

«Τί μεγάλο δῶρο εἶναι τό μυστήριο τῆς ἐξομολόγησης!»12

Μητροπολίτου Κυρηνείας Παύλου,

Μπορεί επίσης να σας αρέσει Περισσότερα από τον συγγραφέα

Τα σχόλια είναι κλειστά.

Read previous post:
Γιατί η Ελλάδα το 1940 δεν είχε να θρέψει τα παιδιά της;

Έπεσε μεγάλη φτώχεια γιατί έκλεισαν εργοστάσια και μαγαζιά και ο κόσμος έμεινε χωρίς δουλειά. Επίσης τα λεφτά έχασαν την αξία...

Close