Το προσφυγικό έχει συγκεκριμένες αιτίες και αλυσιδωτές προεκτάσεις. Η Ευρώπη δείχνει ανήμπορη να αντιμετωπίσει μία προσώρας «διαχειρίσιμη» κατάσταση, η οποία, ωστόσο, εξελίσσεται σε μία εξαιρετικά σοβαρή κρίση. Μοιάζει δε αρκετά διχασμένη, ώστε τρίτες δυνάμεις να βρίσκουν την ευκαιρία να προωθήσουν τις δικές τους επιδιώξεις, «πατώντας» πάνω στις διαιρέσεις της και επιχειρώντας να τη διχάσουν περαιτέρω. Η εικόνα ασφαλώς είναι αρκετά σύνθετη, καθώς διαπλέκονται συμφέροντα αρκετών δρώντων και δη διιστάμενα, χώρες κατηγορούνται ότι συμβάλλουν ηθελημένα στην επίταση ενός φαινομένου με εμφανές γεωπολιτικό πρόσημο, η ρευστότητα στην ευρύτερη γειτονιά της Γηραιάς Ηπείρου δεν προοιωνίζεται μείωση ή δυνατότητα συγκράτησης των ροών, ενώ στη Συρία γίνονται προσπάθειες συγκερασμού των διαφορών χωρίς σοβαρές προοπτικές συνολικής εξομάλυνσης στο κοντινό μέλλον, με τη Λιβύη και άλλες περιοχές της Αφρικής να εξελίσσονται στα επόμενα θέατρα αντιπαράθεσης για το Daesh (ISIS) και παρεμφερή τρομοκρατικά δίκτυα. Ας εξετάσουμε, λοιπόν, πώς η Ε.Ε. κινείται στο τρίγωνο με τις Τουρκία – Ρωσία – ΗΠΑ. Δεν μπορεί να ικανοποιήσει τις φιλοδοξίες της Αγκυρας, τόσο στο ευρωτουρκικό πεδίο όσο ειδικότερα στη Μέση Ανατολή (όπου η χρησιμότητά της είναι περιορισμένης εμβέλειας), επιμένοντας σε μία συμφωνία που, όπως διατυπώθηκε τις προηγούμενες μέρες, είναι καταδικασμένη σε αποτυχία. Η ενεργή ανοχή απέναντι στις μεθόδους Ερντογάν στέλνει μήνυμα αδυναμίας, προσφέροντας μεγαλύτερα περιθώρια διαπραγματευτικών ελιγμών σε έναν ηγέτη που διολισθαίνει συνεχώς στον αυταρχισμό και δείχνει να μη χαλιναγωγείται. Ο κίνδυνος εδώ είναι να συρθεί η Ευρώπη στην έστω και έμμεση υποστήριξη θέσεων ώστε η τουρκική ηγεσία να εξέλθει από μέρος των τωρινών της αδιεξόδων ή διά της σιωπής να επιτρέψει την εντονότερη προβολή διεκδικήσεων, διακατεχόμενη από ένα αίσθημα προσωρινότητας μπροστά στην ανάγκη άμεσης ανάσχεσης των ανθρώπινων ροών. Από την άλλη, μία πιο αυστηρή και με κανόνες τακτική έναντί της μπορεί να «φανερώσει» στην Αγκυρα το βάθος της απομόνωσής της, με την προσδοκία ότι κάποια στιγμή, έστω και εξ ανάγκης, θα «συνέλθει». Αλλωστε, οφείλει να γνωρίζει η τουρκική ηγεσία πως ούτε η ίδια θα βγει αλώβητη όχι μόνο από την προσφυγική κρίση αλλά και από τις διεργασίες γύρω από τη Συρία και ενώ δείχνει πλέον ιδιαίτερα ευάλωτη στην εσωτερική της ασφάλεια. Αρα, υπάρχει η δυνατότητα να αντιστρέψουμε το δίλημμα προς αυτή στην κατεύθυνση των δυνατόν μικρότερων απωλειών σε περίπτωση που δεχθεί να συμπράξει ουσιαστικά με την Ε.Ε. Γι’ αυτό θα χρειαστεί ως Ευρώπη να διευρύνουμε το δίπολο Ε.Ε.-Τουρκία με τη συμμετοχή Ρωσίας και ΗΠΑ. Οσο δηλαδή φαίνεται να προσπαθούμε εναγωνίως να συνεννοηθούμε αποκλειστικά με την Αγκυρα, εναποθέτοντας τις ελπίδες μας σε αυτήν, της προσδίδουμε ισχύ δυσανάλογη της πραγματικής της και κατ’ επέκταση την ευκαιρία προώθησης των σκοπών της. Η εμπλοκή στην εξίσωση του προσφυγικού Μόσχας – Ουάσιγκτον είναι ενδεδειγμένη όχι μόνο διότι θα κλονίσει τη βεβαιότητα της γείτονος ότι κρατάει σχεδόν μόνη της το κλειδί των εξελίξεων, αλλά επειδή η Τουρκία συνειδητοποιεί πως οι πραγματικές λύσεις στον τυχοδιωκτισμό των τελευταίων ετών διέρχονται για διαφορετικούς λόγους μέσα από ΗΠΑ και Ρωσία. Γι’ αυτό, λοιπόν, οι Βρυξέλλες πρέπει να αποτελέσουν τον ενδιάμεσο κρίκο, με τη συναίνεση της Ουάσιγκτον, διασυνδέοντας την όποια αμερικανική αρωγή προς την Αγκυρα με μετρήσιμους στόχους/ανταλλάγματα στο μέτωπο του προσφυγικού (έμμεσος μοχλός πίεσης) και συνάμα να αποπειραθούν να αμβλύνουν τις αντιθέσεις και γιατί όχι να επιζητήσουν μία ευρύτερη συνεννόηση με τη Μόσχα –ιδίως αλλά όχι μόνο– στο oυκρανικό. Σήμερα βρισκόμαστε στην ιδιάζουσα κατάσταση, να προσπαθούμε χωρίς αποτελεσματικά εργαλεία να νουθετήσουμε την Τουρκία, ενώ παράλληλα, έχοντας εγκλωβιστεί στο ζήτημα της Ουκρανίας, αδυνατούμε να συνομιλήσουμε με ορθό τρόπο με τη Ρωσία (διευρύνοντας την αμοιβαία καχυποψία, ίσως και τιμωρούμενοι σε ένα βαθμό), επιτρέποντας στις ΗΠΑ να συνδιαλέγονται μαζί της για τη Συρία, παρά τις δεδομένες διαφορές τους. Χαρακτηριστική δε είναι και η πρόσφατη καιροσκοπική σύγκλιση Aγκυρας – Κιέβου, με την πρώτη να παρέχει διαβεβαιώσεις για την υποστήριξη της εδαφικής ακεραιότητας του δεύτερου! Oλα αυτά καταδεικνύουν πως κάποιοι δρώντες επιχειρούν (ακόμη και απρόθυμα) να συντονιστούν ή τουλάχιστον να αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη εκατέρωθεν, ενώ άλλοι «αλωνίζουν στα ευρωπαϊκά χωράφια», συρρικνώνοντας εν τοις πράγμασι τον ρόλο και λόγο της Ευρώπης στα δρώμενα. Αν, συνεπώς, επιθυμεί η Ε.Ε. να διεκδικήσει το δικό της μερίδιο στο διπλωματικό γίγνεσθαι, προκειμένου μέσα από διευρυμένες συνέργειες να βελτιώσει και τις συνθήκες διευθέτησης του προσφυγικού, πρέπει να «διορθώσει» άμεσα το εν λόγω οξύμωρο –και δυσμενές για τα συμφέροντά της– σχήμα. * Ο δρ Κωνσταντίνος Φίλης είναι διευθυντής Ερευνών Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων. kathimerini.gr
Τα σχόλια είναι κλειστά.